26.12.08

Ο εφιάλτης των Χριστουγέννων και η μικρή Πάρνηθα

Σήμερα το μεσημέρι, σαν κλασικοί Αθηναίοι, αποφασίσαμε να πάρουμε τα βουνά. Για την ακρίβεια σκεφτήκαμε να ανέβουμε μια βόλτα μέχρι την Πάρνηθα, που εδώ και μερικές μέρες λένε πως είναι χιονισμένη, να παίξει και το σκυλάκι μας με το χιόνι που τόσο του αρέσει να «χάφτει» χιονόμπαλες.


Ξεκινώντας λοιπόν, λίγο πριν την Μεταμόρφωση, πήραμε τον δρόμο προς τα πάνω. Βρήκαμε μια σχετική κίνηση -αρκετά αυξημένη- πιο έντονη μέχρι τις ταβέρνες που τελείωνε μόλις περνούσες και το τελεφερίκ. Από κει και πέρα ήταν χάρμα. Όλα υγρά και πράσινα, τα δέντρα νόμιζες πως θα σου «χτυπήσουν» το τζάμι του αυτοκινήτου. Εκεί μου ήρθε η πρώτη σκέψη. Έμοιαζε τόσο αλλόκοτο –δεδομένου πως είχα, όχι μόνο να βγω στη φύση, αλλά να δω «άγριο δέντρο» μήνες τώρα- όλο αυτό το τοπίο, ένιωσα σαν να ήμουν έξω από τα νερά μου. Δεν ήταν καθόλου δυσάρεστο, αλίμονο, ήταν απλά, πώς να το πω, αλλιώτικο. Ασυνήθιστο, αγνώριστο για τον επεξεργαστή του μυαλού μου, αφού στη βάση των δεδομένων μου, τουλάχιστον σε αυτή που ανατρέχω συχνά, δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο. Συνειδητοποίησα εκείνη τη στιγμή πως κοιτούσα έξω από το παράθυρο σαν ούφο, αυτό το όμορφο τοπίο που ξεδιπλωνόταν σε κάθε στροφή. Σκέφτηκα πως σε όλες τις ευρωπαϊκές –τουλάχιστον- χώρες, όλοι οι πολίτες έχουν μια συχνή επαφή με τη φύση και το δάσος, το έχουν εντάξει στη ζωή τους και το βιώνουν σαν ισάξιο μέρος της καθημερινότητάς τους. Σαν ούφο λοιπόν συνέχιζα να κοιτάζω καθώς παίρναμε μια μια τις στροφές.

Είχαμε ήδη φτάσει πάνω από τα μισά του υψ
όμετρου που θα καταλήγαμε, συχνή ψιχάλα, που και που χιονόνερο, ακόμα όλα υγρά, ακόμη μια στροφή, λίγο παραπάνω χιονόνερο στο παρμπρίζ, άλλη μια στροφή… όλα κάτασπρα! Απίστευτη εναλλαγή. Νόμιζες πως απλά ανοίξαμε μια πόρτα και βρεθήκαμε σένα άλλον τόπο. Με ικανοποίηση πια, αφού γέμισαν τα ματάκια μας λευκό, λευκό παντού, συνεχίσαμε τη λίγη διαδρομή που μας είχε απομείνει μέχρι το καζίνο. Άλλη μια στροφή, όλα άσπρα, κι άλλη μια στροφή… τραγικό. Μια μικρή χαράδρα στους πρόποδες του καζίνο, και γύρω όλες οι πλαγιές μέχρι όπου έφτανε το μάτι σου, όλα καμένα, μαύρα -πώς να το πω όπως το είδα?- κάρβουνα ρε παιδί μου, κατακαημένα δεντράκια σαν φαντάσματα, βγαλμένα από τον «Εφιάλτη των Χριστουγέννων» νόμιζες. Και ήταν τόσο δραματικό, ειδικά τώρα με το χιόνι, όλα λευκά, ολόλευκα και ανάμεσα στα μπαμπάκια, τα καρβουνάκια. Τραγικό.


Με ούτε τη μισή χαρά από αυτή που είχαμε όταν ξεκινήσαμε, σταματήσαμε σε κάποιο πιο πράσινο και χιονισμένο σημείο παραπάνω. Είναι απίστευτο το τι κάνει το χιόνι στους ανθρώπους, είτε είναι ενήλικες είτε μικρά παιδιά, τι κάνει στα σκυλιά… Παίξαμε, βγάλαμε φωτογραφίες, φχαριστηθήκαμε. Κάπου παραδίπλα, άλλη μια παρέα, με δύο άντρες, μια κοπέλα και ένα πιτσιρίκι, όχι μεγαλύτερο από 3 χρονών. Το μικρό, κατενθουσιασμένο κυλιόταν στα χιόνια, χωρίς καμιά έννοια, ξετρελαμένο. Οι γονείς του -με ένα τσιγάρο στο στόμα όλοι αυτή την ώρα- χαβαλέδιαζαν με τις τούμπες που έκανε ο μπόμπιρας. Ο πατέρας του είχε στα χέρια μια σακούλα από τα Jumbo, την γέμιζε με χιόνι και την έριχνε στον μικρό. Παιχνίδι, παιχνίδι, κωλοτούμπες, η σακούλα ξαφνικά κάτω στο χιόνι, κωλοτούμπες, γλίστρες γέλια. Η σακούλα κάτω στο χιόνι. Μου θύμισε τη διαφήμιση των Jumbo, με εκείνη τη σακούλα που πραγματικά υπήρχε παντού, σε κάθε σημείο της καθημερινότητάς μας… Παντού! Η σακούλα κάτω στο χιόνι? Ελληναράδες!!! Η σακούλα έμεινε κάτω στο χιόνι κι εκείνοι ξεκίνησαν να κατεβαίνουν σιγά σιγά προς το αυτοκίνητο. Και εκεί που μου είχε ανέβει το αίμα στο κεφάλι και σκεφτόμουν, αξίζει να πάω να τσακωθώ, ή να περιμένω ωραιότατα να φύγουν και να πάω να τη μαζέψω, ακούω τον πιτσιρικά να φωνάζει: “Μπαμπά! Την σακούλα Jumbo!”. Υπάρχουν ένστικτα σε όλους τους ανθρώπους μέχρι κάποια ηλικία, τα οποία όμως στην πορεία αναγκαζόμαστε να τα αποβάλουμε είτε για να δώσουμε χώρο σε άλλα, είτε γιατί έρχονται σε αντίθεση με τα νέα που πρόκειται να αποκτήσουμε. “Μπαμπά! Την σακούλα Jumbo!” Ο μπαμπάς πέταξε κάτω το τσιγάρο, μάζεψε τη σακούλα και προχώρησαν προς το αυτοκίνητο.

Επιστροφή. Το ίδιο τοπίο και σκηνικό σε rewind. Υπέροχα, υπέροχα, ώσπου να το και το τελεφερίκ πάλι. Είναι σαν τα σημάδια που βάζουν οι περιπατητές στις εκδρομές τους για να μην χάνονται. Το τελεφερίκ ήταν σαν να λέμε το ξεκίνημα του πολιτισμού. Κι όπου πολιτισμός βλέπε και αυτοκίνητο. Δεν νομίζω πως είμαι σε θέση να περιγράψω την επιστροφή μας. Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως μετρήσαμε, από την Πάρνηθα μέχρι λίγο μετά την Μεταμόρφωση, μία ώρα και ένα τέταρτο. Ταλαιπώρια κι Άγιος ο Θεός. Κι εδώ κολλάει, το ποιος Θεός και τέτοια. Είναι νομίζω περιττό να πω πως είχαμε ξεχάσει πια όλα τα όμορφα που είδαμε και ολοκληρώνοντας με αυτή την επιστροφή, είχαμε ένα άθροισμα από άσχημες εμπειρίες.


Δεν φχαριστήθηκα σήμερα, μπορώ να το πω με σιγουριά. Στεναχωρήθηκα, ταλαιπωρήθηκα, σιχτίρισα και ένα σωρό άλλα. Έχει γίνει δύσκολη η Αθήνα, είναι γεγονός πια. Δεν παλεύεται ώρες ώρες. Δεν ξέρω πώς να της φερθώ. Την αγαπώ και θέλω να την ζήσω, αλλά με πληγώνει ρε γαμώ το. Βέβαια όταν λες Αθήνα, δεν μπορείς παρά –πίσω από την πόλη- να δεις τους πολίτες της και τους πολιτικούς της. Εμείς είμαστε η Αθήνα. Εμείς είμαστε αυτή η άσχημη εικόνα, που είδα εγώ σήμερα και που ίσως δουν και τα παιδιά μου στα επόμενα χρόνια. Λυπάμαι, τι να πω.

Γυρίσαμε λοιπόν και καθίσαμε στον καναπέ, περιμένοντας τη νέα χρονιά.

3 comments:

  1. Αχ, εγώ δεν έχω πάει στην Πάρνηθα από τότε που κάηκε, μη θέλοντας να αντικρύσω τα καμένα. Αλλά αφού μαθαίνω από εσένα πως έχει μείνει τουλάχιστον μία ζώνη πρασίνου, τώρα σκέφτομαι να πάω.

    ReplyDelete
  2. Έχω την ίδια άποψη για τη γνωστή διαφήμιση με τις σακούλες που καταλήγει "jambo κομμάτι της ζωής μας". Κρίνοντας από τη συχνότητα με την οποία προβάλλεται φαντάζομαι ότι οι δημιουργοί της θα καμαρώνουν. Το μόνο όμως που δείχνουν είναι παντού ρύπανση με πλαστικές σακούλες.
    Καλή χρονιά.

    ReplyDelete
  3. Hey μας ξέχασες φαίνεται :-(, δύο εβδομάδες; που είσαι;

    ReplyDelete